Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2010

Oφειλή

Μέσα από τόσο θάνατο που έπεσε και πέφτει,
πολέμους, εκτελέσεις, δίκες, θάνατο κι άλλο θάνατο
αρρώστια, πείνα, τυχαία δυστυχήματα,
δολοφονίες από πληρωμένους εχθρών και φίλων,
συστηματική υπόσκαψη κι έτοιμες νεκρολογίες
είναι σα να μου χαρίστηκε η ζωή που ζω.
Δώρο της τύχης, αν όχι κλοπή απ' τη ζωή άλλων,
γιατί η σφαίρα που της γλίτωσα δε χάθηκε
μα χτύπησε το άλλο κορμί που βρέθηκε στη θέση μου.
'Ετσι σα δώρο που δεν άξιζα μου δόθηκε η ζωή
κι όσος καιρός μου μένει
σαν οι νεκροί να μου τον χάρισαν
για να τους ιστορήσω.

Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2010

ΕΝΑ ΝΟΜΠΕΛ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΧΜΟΥΤ ΑΜΠΑΣ

Για ένα και μόνο ζήτημα –την επανέναρξη του εποικισμού στη δυτική όχθη-, ο μετριοπαθής Παλαιστίνιος ηγέτης Μαχμούτ Αμπάς- εκπρόσωπος της αδύνατης πλευράς στις συνομιλίες- αποχώρησε από τις συνομιλίες με τους Ισραηλινούς για επίλυση του Παλαιστινιακού.
Δηλώνει δε σε όλους τόνους χωρίς να φοβάται προφανώς «τι θα πουν οι ξένοι» ή ότι δεν θα τον καταλάβουν από τη «διεθνή κοινότητα» πως η συνέχιση του ισραηλινού εποικισμού καθιστά τις συνομιλίες «χάσιμο χρόνου».


Ο δικός μας διαπραγματευτής αποδεικνύεται πολύ πιο επίμονος και υπομονετικός από τον κ. Αμπάς. Διαβεβαιώνει ότι θα παραμείνει εκεί βρέξει-χιονίσει. Ποιος ξέρει γιατί; Ισως η επιθυμία του για επίλυση του προβλήματος να είναι πιο ισχυρή από την αντίστοιχη-για επίλυση του Παλαιστινιακού- του κ. Αμπάς .

Ισως πάλι στον κ. Αμπάς να μην έχει βρεθεί κανείς να υποσχεθεί πως θα τον προτείνει για το Νόμπελ Ειρήνης, παρότι τυχόν επίλυση αυτού του πολύ πιο σύνθετου και σημαντικού διεθνώς από το Κυπριακό, προβλήματος, αυτονόητα πρέπει να συνεπάγεται την απονομή ενός τέτοιου βραβείου, κάτοχος του οποίου είναι και ο Χένρι Κίσινγκερ.

Την ώρα λοιπόν που ο Παλαιστίνιος διαπραγματευτής αποχωρεί από τις συνομιλίες εξαιτίας των τετελεσμένων που δημιουργεί επί του εδάφους της Δυτικής Οχθης, το Ισραήλ, εμείς ως επίσημη ε/κ πλευρά δεν βρίσκουμε ένα λόγο όχι απλώς για να αποχωρήσουμε, αλλά ούτε καν για να διαμαρτυρηθούμε και να υποδείξουμε πως με την παρούσα τουρκική στάση δεν είναι δυνατό να συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις .

Φοβούμαστε μην μας ακούσουν οι ξένοι και μας παρεξηγήσουν, παρόλο που στην εξουσία βρίσκεται όχι κάποια δεξιά κυβέρνηση υποταγμένη στα δυτικά συμφέροντα, αλλά το λαϊκό κίνημα, η αριστερά και ο πρώτος αριστερός Πρόεδρος, όπως ακούμε συχνά. Ολοι αυτοί προτιμούν να αποδοκιμάζουν φραστικά τη νέα τάξη πραγμάτων για το ρόλο της σε όλα τα διεθνή προβλήματα, πλην…του Κυπριακού!

Διότι στο Κυπριακό, ούτε ο εκπρόσωπος της νέας τάξης κ. Ντάουνερ τους ενοχλεί, αντίθετα, παρά τα βάναυσα ανομήματα του τα οποία διέρρευσαν μεγαλοπρεπώς στον Τύπο εν είδη απορρήτων εγγράφων, τον έχουν από κοντά, τον καλοκρατούν και μαζί βαδίζουν προς την εκτρωματική διζωνική, εκπεριτροπική, υπό κηδεμονία, κρυφίως ανανική, ομόσπονδη Κύπρο (στην οποία τα θύματα θα αποζημιώνουν τον εαυτό τους) , ούτε η στάση των Αμερικανοβρετανών τους εξοργίζει οι οποίοι παρά τις γενναίες προσφορές μας, επιμένουν να μας καλούν σε νέα «θαρραλέα βήματα» (βλέπε πρόσφατο μήνυμα Χ.Κλίντον στο συνέδριο των αποδήμων) . Ούτε φυσικά ο συνεχιζόμενος σφετερισμός των ε/κ περιουσιών θεωρείται από την επίσημη ηγεσία μας αιτία διακοπής των διαπραγματεύσεων, μεσούσης μάλιστα της συζήτησης του περιουσιακού, ούτε η πραγματικά πρωτότυπη πρόταση Ερογλου-Τουρκίας, όπως το μεγαλύτερο ποσοστών αποζημιώσεων που θα δοθούν για την απώλεια περιουσίας των Ε/κ να καταβληθεί από την κεντρική κυβέρνηση, δηλαδή τους ίδιους τους Ε/κ, ούτε ακόμα η εκπληκτική δήλωση του κατοχικού ηγέτη ότι δεν υπάρχουν πρόσφυγες!

Εκεί πάνω στο προεδρικό φαίνεται ότι υπάρχει μια μηχανή που λειτουργεί σε ψηλές και κεκτημένες ταχύτητες, μια μηχανή που όλα τα αλέθει και τα χωνεύει, βρισκόμενη υπό την καθοδήγηση μιας τελευταίου τύπου τεχνολογίας.

Επιμένουμε λοιπόν να συζητούμε τη «λύση» με μια Τουρκία που στρατηγικά, τακτικά, έκδηλα και αποκλειστικά αυτό που επιδιώκει είναι την άνευ όρων υποταγή μας στους σχεδιασμούς της και τη νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής μέσω της δημιουργίας ενός κρατικού υβριδίου, το οποίο θα έχει κάτω από τον πλήρη έλεγχο της.

Ισως όμως να γνωρίζουμε κάτι περισσότερο από τον Μαχμούτ Αμπάς. Ισως να πιστεύουμε πως όσες περισσότερες φορές πάρουμε φόρα και χτυπήσουμε το κεφάλι μας στον τοίχο, είναι πιο πιθανόν κάποτε να σπάσει ο τοίχος και όχι το κεφάλι μας.

Ισως πάλι, να είναι αυτό που αναφέραμε στην αρχή, ότι δηλαδή κανείς δεν έχει χαϊδέψει τ’ αφτιά του συμπαθή Αμπάς με το ενδεχόμενο κάποιου διεθνούς βραβείου. Ας σπεύσει λοιπόν να το πράξει, πριν αρχίσει να ανησυχεί «η διεθνής κοινότητα.

Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 2010

ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ "Η ΑΝΕΡΑΔΑ"


Στηχ χώραν π’ αναγιώθηκα
τζιαι κόμα αναγιώννουμουν
τζι άρτζιεψα νάκκον να λαχτώ
τότες εξηφοήθηκα
τα ζώδκια τζι εν εχώννουμουν
τζι εξέβηκα να δκιανεφτώ.
Σε μιαν ποταμοδκιάβασην
μιαλ λυερήν εσσιάστηκα
νείεν καεί η σταλαμή!
ούλλα τ’ αρνίν εις τον τσοκκόν
ο άχαρος επιάστηκα
αντάν πιαστεί μες στην νομήν.
Αντάμ με είδεν έφεξεν
τζι ο νους μου εφεντζιάστηκεν
τζι εφάνην κόσμος φωτερός·
αντάμ μου χαμογέλασεν
παράδεισος επλάστηκεν
ομπρός μου τζι έμεινα ξερός.
Ευτύς το πας μου έχασα
τον κόσμον ελησμόνησα
τζι έμεινα χάσκοντα βριχτός·
είπεν μου “έλα κλούθα μου”
τζιαι που καρκιάς επόνησα
τζι εκλούθησά της ο χαντός.
Λαόνια, κάμπους τζιαι βουνά
αντάμα εδκιαβήκαμεν
γεμάτ’ αθθούς τζι αγκαθθερά·
η στράτα δεν ετέλειωνεν
τζιαι δεν εποσταθήκαμεν,
ήτουγ για λλόου μας χαρά.
Έτρεμεν μεν τζιαι χάσει με
τζι έτρεμα μεν τζιαι χάσω την
τζιαι μεν της πω τζιαι μεμ μου πει
εδίψουν την, εκαύκουμουν
τζι έτρεμα μεν τζιαι πιάσω την
τζιαι γίνουμεν τζι οι δκυο στραπή.
Ύστερα σγιαν παράδεισον
έναβ βουνόν εφτάσαμεν
ίσια με τ’ άψη τ’ ουρανού
τζιει πάνω τζιει εκλάψαμεν
αντάμα τζι εγελάσαμεν
μέσα στους μούσκους του βουνού.
Λαλεί μ’ “άν είσαι πέρκαλλος
τώρα πκιον μείνε δίχως μου
αν σου αρέσκ’ έτσι ζωή”,
τζιαι ξαπολά ’ναχ χάχχανον
ίσια ’νωσα το στήθος μου
πως αλλο’ νάκκον να ραεί.
Είπεν τζι εγίνην άφαντη
ευτύς πο’ ομπρός μο’ χάθηκεν
σγιαν άνεμος περαστικός·
εράην η καρτούλλα μου
ευτύς ο νους μο’ στάθηκεν
τζι είμαι που τότες ξηστηκός.
Οι πλήξες που με τρώασιν
ακόμα ’ν’ αφανέρωτες
τζι εις τα πουλιά που τζιηλαδούν·
έσιει που τότες όπου δω
τες ανεράδες τρέμω τες
τζιαι πογυρίζω μεμ με δουν

Σάββατο 14 Αυγούστου 2010

Ρ. Κίπλινγκ : Αν

Αν μπορείς να κρατάς την ψυχραιμία σου


όταν οι άλλοι χάνουν τη δική τους

και ρίχνουν σε σένα την ευθύνη

και την αιτία της αδυναμίας τους.



Αν έχεις πίστη στον εαυτό σου

όταν οι άλλοι αμφιβάλλουν για σένα

και δε σε πειράζει αυτή η δυσπιστία τους

Αν μπορείς καρτερικά να περιμένεις

χωρίς να σε κουράζει η αναμονή,

ή όταν διαδίδουν ψέματα για σένα

να μην ξεπέφτεις και συ στο ψέμα,

ή όταν φανερά σου δείχνουν μίσος

να μην αφήσεις το μίσος να σε καταλάβει,

κι όμως να μη φαίνεσαι πολύ αγαθός

μήτε πολύ στοχαστικός στα λόγια.

Αν να ονειρεύεσαι είσαι ικανός

δίχως να γίνεσαι σκλάβος των ονείρων

Αν να δέχεσαι μπορείς θρίαμβο και όλεθρο το ίδιο

και να αντιμετωπίζεις παρόμοια και τα δύο

Αν είσαι σε θέση να υπομένεις

ακούοντας την αλήθεια που συ είπες,

να επαναλαμβάνεται αλλοιωμένη από πονηρούς

που επιδιώκουν έτσι να παγιδέψουν αφελείς,

ή να παρατηρείς αυτά που συ τους έδωσες ζωή,

σπασμένα να κείτονται και παραπεταμένα

και να φτιάχνεις εξαρχής με εργαλεία φθαρμένα.

Αν τολμάς όλα σου τα πλούτη μαζεμένα

να τα παίζεις κορώνα-γράμματα μεμιάς,

να χάνεις κι απ' την αρχή να ξεκινάς

χωρίς να μέμφεσαι για τη μοίρα σου κανέναν

Αν μπορείς να κάνεις καρδιά, νεύρα και μυς

να σε υπηρετούν ακόμα κι όταν έχουν καταρρεύσει,

και γερά να κρατάς, ενώ δεν υπάρχει εντός σου

τίποτε πέρα από τη θέληση που τους λεει <βαστάτε!>

Αν μπορείς να μιλάς με χιλιάδες

κι όμως να κρατάς την αρετή σου,

ή να περπατάς με κυβερνήτες

κι όμως να μην αλλάζεις την απλή ζωή σου.

Αν ούτε εχθροί σε βλάψουν μπορούν,

μα ούτε και κοντινότεροι φίλοι,

Αν όλοι έχουν την ίδια αξία για σένα

και κανείς πιο πολύ από τους άλλους

Αν μπορείς να γεμίζεις τη μέρα σου

με εικοσιτέσσερις ώρες αξίας ζωής,

τότε δική σου θα είναι όλη η Γη

με όλα της τα αγαθά κι ακόμη:

Αληθινά θα είσαι Άνθρωπος παιδί μου.

Τρίτη 3 Αυγούστου 2010

ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΑΚΕΛ ΨΕΛΛΙΣΕ «ΟΧΙ», ΕΝΩ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΦΩΝΑΞΕΙ «ΝΑΙ»- O μεγάλος συμβιβασμός με τη νέα τάξη πραγμάτων

Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε στις 30 Απριλίου 2004 στην εφημερίδα "Σημερινή". Ανκαι κάποιες αναφορές σε πρόσωπα, φαίνονται σήμερα μάλλον φαιδρές ένεκα της μετέπειτα μεταμφίεσης τους, πιστεύω ότι διατηρεί την επικαιρότητα του
-----------------------------------------------


Στις 14 Απριλίου, το Π.Γ. του ΑΚΕΛ αποφάσιζε να πεί «ΝΑΙ» στο σχέδιο Ανάν. Λίγες μέρες μετά, άλλαζε άποψη. Στη συνέχεια, αποφάσιζε να καλέσει το λαό να μην ταχθεί υπέρ ενός ηχηρού «ΟΧΙ», ανκαι αυτό, πουθενά δεν καταγραφόταν στο κείμενο της Συνδιάσκεψης του κόμματος. Ο λαός όμως είχε πάρει τις αποφάσεις του.

Ο καθένας μπορεί τώρα να ερμηνεύσει κατά τη κρίση του το χρονολόγιο των εν πολλοίς, σπασμωδικών κινήσεων της ηγεσίας του ΑΚΕΛ. Το βέβαιο είναι ότι το μεγαλύτερο κομμάτι αυτής της ηγεσίας, μια ανάσα πριν από το δημοψήφισμα, φαινόταν, φοβισμένα αποφασισμένο, να στηρίξει το σχέδιο Ανάν. Και αν δε το έπραξε, αυτό μάλλον οφείλεται στο ότι, με βάση επιστημονικές ενδείξεις, διαπίστωσε πώς, αφενός, ο κυπριακός λαός θα το απέρριπτε, αφετέρου, η πλειοψηφία της κομματικής βάσης δε θα το δεχόταν. Ο κόσμος του ΑΚΕΛ ήταν προαποφασισμένος για το «ΟΧΙ» και σίγουρα δεν συσπειρώθηκε σε ποσοστό 80%, επειδή ο Δημήτρης Χριστόφιας τον κάλεσε να… μην απορρίψει πολύ το σχέδιο. Το εκπληκτικό όμως συνέβη στη Λεμεσό, στο δήθεν προπύργιο, των «ενδοτικών» Ανδρέα Χρίστου, Κίκη Καζαμία κ.α., καθώς και μιας ομάδας μεσαίων στελεχών, τα οποία κομπάζουν ότι η θεώρηση τους επί του κυπριακού, αποτελούν το Ευαγγέλιο κάθε πραγματικού αριστερού. Η Λεμεσός λοιπόν, ψήφισε κατά 80% και πλέον, «ΟΧΙ»…

Ωστόσο, η θετική γνωμοδότηση για το σχέδιο, προϊόν σχετικής έκθεσης του διεθνολόγου και στενού συνεργάτη του Δημήτρη Χριστόφια, Τουμάζου Τσελεπή, είναι εκεί, ως επίσημο κομματικό έγγραφο, εγκεκριμένο από την Κ.Ε. Τουτέστιν και σήμερα και μέχρι να αλλάξει αυτή η απόφαση, το επίσημο ΑΚΕΛ, θεωρεί το σχέδιο Ανάν, το οποίο απέρριψε ο λαός, ως τη βάση λύσης του κυπριακού.Και αυτό είναι ένα ουσιαστικό πρόβλημα για το μεγαλύτερο κόμμα του τόπου.

Θεωρεί ότι με κάποιες νεφελώδεις εγγυήσεις, μπορεί να γίνει αποδεκτό. Αυτή είναι η ουσία του πράγματος. Πώς όμως το ΑΚΕΛ έφθασε μέχρι την αποδοχή ενός σχεδίου, για το οποίο ο γενικός του γραμματέας δήλωσε στις 4 Απριλίου ότι «το αποτέλεσμα των συνομιλιών, είναι ετεροβαρές υπέρ των τουρκικών απαιτήσεων και παράγει την εντύπωση, ότι η πρώτη έγνοια και προτεραιότητα, είναι όχι τόσο η λύση του κυπριακού, αλλά η προώθηση της ενταξιακής προοπτικής της Τουρκίας»;

Την απάντηση, την έδωσε λίγες εβδομάδες πριν, ένας από του φανατικούς θιασώτες του «ΝΑΙ», ο βουλευτής Τάκης Χατζηγεωργίου. «Αριστερός-είχε γράψει σ’ ένα άρθρο-ύμνο στον κ. Ντε Σότο, με τίτλο «Οδός Αλβαρο Ντε Σότο-είναι αυτός που καταφέρνει να προσαρμόζει τα συμφέροντα του, με τα συμφέροντα των ισχυρών».

Αριστερός, δηλαδή, είναι ο Μουμπάρακ ή παλαιότερα, ο Πινοσέτ, όχι ο Παλαιστινιακός λαός ή ο Χιλιανός λαός. Αυτοί, είναι απλώς δυσπροσάρμοστοι…

Συνοπτικά, η ηγεσία του ΑΚΕΛ, ψέλλισε το «ΝΑΙ»,» επειδή έκανε τον μεγάλο συμβιβασμό με τη νέα τάξη πραγμάτων, την οποία σε άλλες περιπτώσεις, που αφορούν κοινωνικοοικονομικά ζητήματα, στήνει στο εδώλιο, είπε όμως σχεδόν «ΟΧΙ, ένεκα του ότι αντιλήφθηκε εγκαίρως, ότι ο λαός δεν θα την ακολουθούσε.

Η ανώτατη ηγεσία του ΑΚΕΛ(βλέπε Π.Γ.)-πλην ενός ηρωϊκού μέρους της(Ανδρούλλα Γκιούρωφ, Αντώνης Χρυσοστόμου, Λάκης Θεοδούλου, Ντίνος Κωνσταντινίδης κ.α.), στο οποίο το κόμμα μελλοντικά, για λόγους που οι λίγοι γνωρίζουν και οι πολλοί αγνοούν, ΘΑ ΑΝΑΓΚΑΣΤΕΊ ΝΑ ΑΠΟΤΊΣΕΙ ΦΟΡΟ ΤΙΜΗΣ, αποφάσισε να ταυτιστεί με εκείνη τη μειοψηφική ομάδα του κόμματος, που είναι έτοιμη να αποδεχθεί τη κάθε λύση.Με εκείνη την ομάδα που έκανε τα στελέχη του Συναγερμού και των ΕΔΗ, να βγαίνουν στον ΑΣΤΡΑ και να νιώθουν σαν στο σπίτι τους, που παρά το ακελικό, ασθενικό «ΟΧΙ», συμμετείχε, τρεις μέρες πριν από το δημοψήφισμα, σε εκδήλωση υπέρ του «ΝΑΙ», που επαγγέλλεται τον εκσυγχρονισμό, αλλά επευφημεί τις αναγχρονιστικές πρόνοιες του σχεδίου Ανάν, που απεχθάνεται το ΔΗΚΟ, ακριβώς όπως το απεχθάνεται ο Παπαπέτρου, που περνά γενεές δεκατέσσερεις τον Πρόεδρο Παπαδόπουλο, ακριβώς όπως το πράττει ο Αναστασιάδης, που ήθελε τον Δημήτρη Χριστόφια υποψήφιο Πρόεδρο-όπως και ο Αναστασιάδης- για να χάσει και να εκδιωχθεί.Δυστυχώς, μετά από δέκα χρόνια κριτικής στη κληριδική σχολή σκέψης , η ηγεσία του κόμματος, βρέθηκε ένα βήμα πριν από την υιοθέτηση αυτής της φιλοσοφίας. Θα προχωρήσει ή θα κάνει πίσω;Ιδού το ερώτημα.

Κυριακή 1 Αυγούστου 2010

ΟΙ ΟΠΤΙΚΕΣ ΓΩΝΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ

Toυ Γιώργου Χριστοδουλίδη

Δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστώ ότι σε μια χώρα που δεν έχει ποτάμια, ίσως το μοναδικό της ποτάμι να είναι αυτό της ποίησης. Με το ποτάμι τούτο θέλησα να ενωθώ, διατηρώντας την αυτοτέλεια ενός παραπόταμου και τη γνώση του βουνού, ότι τα σύννεφα, οι βροχές και τα χιόνια –αιώνιοι τροφοδότες των ποταμιών- έρχονται από παντού.

Από άποψης αισθητικής, πιστεύω στην απογύμνωση των λέξεων (όχι απομυθοποίηση) αφαιρώντας από αυτές το περιττό βάρος, με μια ιδιαίτερη έμφαση στον επίλογο των ποιημάτων, που πρέπει να συνοψίζει, να συμπυκνώνει και εν τέλει, να δικαιολογεί τους στίχους που έχουν προηγηθεί, ανοίγοντας παράλληλα μια πόρτα στο επόμενο ποίημα.

Αν διακινδύνευα να δώσω ένα γενικό ορισμό, θα έλεγα ότι ποίηση είναι η περιγραφή αυτού που προκάλεσε τα συναισθήματα μου κι όχι των ιδίων των συναισθημάτων.

Από θεματικής πλευράς, όντας πολίτης του κόσμου, αντλώ από τα μηνύματα του.

Όταν τα ακριβά ρούχα που φορούμε, είναι πολύ πιθανό να έχουν κατασκευαστεί από κάποια ανήλικα παιδιά στην Ασία, όταν τα ρούχα μας φέρουν την αφή κακομεταχειρισμένων παιδικών χεριών, θα ήταν παράλογο το στυγνό και απάνθρωπο υπόβαθρο της δικής μου ευημερίας, να διαλάνθανε της προσοχής μου, έστω κι αν πρόκειται και για μια μορφή υποκρισίας. Η αναπότρεπτη συνείδηση της αδυναμίας μου να αλλάξω τον κόσμο, με οδηγεί αυτόματα στην ποίηση.

Στο ερώτημα πώς μπορεί να γράφει κανείς για ξένα βιώματα, δίνω την απάντηση ότι γι’ αυτό και ίσως μόνο γι’ αυτό, αξίζει κανείς να είναι ποιητής, διότι την ώρα που ένας συνάνθρωπος μας βιώνει σιωπηλά την ανείπωτη του τραγωδία σε βαθμό υπέρτατο ώστε ο θάνατος να αποτελεί την μοναδική έξοδο, θα βρεθεί ο ποιητής να την πει, να την αφομοιώσει, αλλά και να συνεχίσει να ζει αλύτρωτος.

Η ποίηση είναι για μένα πάνω απ’ όλα μια στάση αλληλεγγύης.

Ο ποιητής ως φορέας του συλλογικού πόνου, ο ποιητής «στον οποίο τίποτα δεν μπορείς να δώσεις και από τον οποίο τίποτα δεν μπορείς να αφαιρέσεις», αποτελεί τον ευσεβή μου πόθο, με βοηθά να επιχειρώ να γίνω, αυτό που δεν θα μπορέσω να γίνω.

Αλλοτε φυσικά, αυτοκαθορίζομαι από την ορμητική ροή εικόνων που αναβλύζουν ρέουσες μέσα από το ανεξερεύνητο εσωτερικό γίγνεσθαι.

Με συνεγείρουν τα υπαρξιακά ερωτήματα που δεν έχουν απαντήσεις, οι απαντήσεις που υπήρχαν αλλά δεν δόθηκαν, οι ερωτήσεις που δεν υποβλήθηκαν, τα μετέωρα βλέμματα ανθρώπων που κρέμονται πάνω από μια άβυσσο- και είναι πολλοί πια αυτοί οι άνθρωποι, κυκλοφορούν ανάμεσα μας εν είδη κυρίως οικονομικών μεταναστών- η συλλογική υποκρισία που μας πνίγει, το αναπάντεχο συναπάντημα μ’ ένα μικρό θαύμα δημιουργίας. Η διαρκής αντίσταση του ανθρώπου στο θάνατο, που απλώς αναβάλλεται μέσα από την ματαιότητα της καθημερινότητας μας, η αντίσταση στον θάνατο μέσω του έρωτα, εκ των προτέρων ματαιωμένου, προορισμένου να φθίνει αλλά συναρπαστικού στη γένεση και την ελάχιστη διάρκεια του, η σιωπηλή παρατήρηση του ασήμαντου για να το κάνεις σημαντικό, αποτελούν ερεθίσματα για πνευματική αναζήτηση.

Η κυπριακή τραγωδία καθώς λέμε, συνιστά μια όχι ασήμαντη παράμετρο του προβληματισμού μου, θεωρώ όμως ότι μετά από τόσες δεκαετίες, η ελάχιστη δυνατή συνεισφορά μου, θα ήταν να προσπαθήσω τουλάχιστον να παρουσιάσω μια λογοτεχνική εκδοχή απαλλαγμένη από το πομπώδες και το γραφικό, αναδεικνύοντας την τραγικότητα του τετελεσμένου, μέσα από την αρμονική σύζευξη των απλών πραγμάτων και λεπτομερειών που το συναποτελούν, και που στο τέλος, ορίζουν την ουσία του.

Η αυτοεπίδραση της έχουσας τη μορφή ανέκκλητης μόνωσης, ποίησης των μικρών χωρών, που μοιάζει ανυπέρβλητη, ειδικά όταν την περιβάλλει τόσο θαλασσινό νερό, ώστε η μετάβαση ή η φυγή σε άλλα μέρη, να μοιάζει περισσότερο με διακαή πόθο, παρά με δυνατότητα, δεν μπορεί παρά ενυπάρχει στους στίχους μου, όπως και ο ήλιος που δεν μπορείς να του ξεφύγεις, η ξερή πέτρα και η αίσθηση ότι γράφεις πάνω σε μια πέτρα που σμιλεύεται αιώνες.

Η παγκόσμια ποιητική δημιουργία, το ελληνικό ποιητικό θαύμα, τα προγονικά μας επιτεύγματα, όλα αυτά αποτελούν τα θεμέλια πάνω στα οποία προσπαθώ να τοποθετήσω το δικό μου λιθαράκι, προσδίδοντας στο έργο μου μια προσωπική πνοή(που εν τέλει θα σε ξεχωρίζει ή όχι), με την ταπεινοφροσύνη της αυτογνωσίας, ότι θα αρκούσε στο ποίημα που έρχεται μέσα από τους αιώνες, να προσθέσω δυο στίχους.

Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010

ΟΜΙΛΙΑ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΝΟΜΗ ΤΟΥ ΒΡΑΒΕΙΟΥ ΝΟΜΠΕΛ, ΣΤΟΚΧΟΛΜΗ 8/12/1979

Κύριοι ακαδημαϊκοί

Κυρίες και κύριοι

Ας μου επιτραπεί, παρακαλώ, να μιλήσω στο όνομα της φωτεινότητας και της διαφάνειας. Επειδή οι ιδιότητες αυτές είναι που καθορίσανε τον χώρο μέσα στον οποίο μου ετάχθη να μεγαλώσω και να ζήσω. Και αυτές είναι που ένιωσα, σιγά - σιγά, να ταυτίζονται μέσα μου με την ανάγκη να εκφρασθώ. Είναι σωστό να προσκομίζει κανείς στην τέχνη αυτά που του υπαγορεύουν η προσωπική του εμπειρία και οι αρετές της γλώσσας του. Πολύ περισσότερο όταν οι καιροί είναι σκοτεινοί και αυτό που του υπαγορεύουν είναι μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ορατότητα. Δεν μιλώ για τη φυσική ικανότητα να συλλαμβάνει κανείς τ' αντικείμενα σ' όλες τους τις λεπτομέρειες αλλά για τη μεταφορική, να κρατά την ουσία τους και να τα οδηγεί σε μια καθαρότητα τέτοια που να υποδηλώνει συνάμα την μεταφυσική τους σημασιολογία. 0 τρόπος με τον οποίο μεταχειρίστηκαν την ύλη οι γλύπτες της Κυκλαδικής περιόδου, που έφτασαν ίσια-ίσια να ξεπεράσουν τηv ύλη, το δείχνει καθαρά. Όπως επίσης, ο τρόπος που οι εικονογράφοι του Βυζαντίου επέτυχαν από το καθαρό χρώμα να υποβάλλουν το "θείο".

Μια τέτοια, διεισδυτική και συνάμα μεταμορφωτική επέμβαση μέσα στην πραγματικότητα επεχείρησε πιστεύω ανέκαθεν και κάθε υψηλή ποίηση. Όχι να αρκεστεί στο "νυν έχον" αλλά να επεκταθεί στο "δυνατόν γενέσθαι" . Κάτι που, είναι η αλήθεια, δεν εκτιμήθηκε πάντοτε. Ίσως γιατί οι ομαδικές νευρώσεις δεν το επέτρεψαν. Ίσως γιατί ο ωφελιμισμός δεν άφησε τα μάτια των ανθρώπων ανοιχτά όσο χρειάζεται. Η ομορφιά και το φως συνέβη να εκληφθούν άκαιρα ή ανώδυνα. Και όμως. Η διεργασία που απαιτείται για να φτάσει κανείς στο σχήμα του Αγγέλου είναι, πιστεύω, πολύ πιο επώδυνη από την άλλη που εκμαιεύει όλων των λογιών τους Δαίμονες.

Βέβαια υπάρχει το αίνιγμα. Βέβαια υπάρχει το μυστήριο. Αλλά το μυστήριο δεν είναι μια σκηνοθεσία που επωφελείται από τα παιχνίδια της σκιάς και του σκότους για να μας εντυπωσιάσει απλώς. Είναι αυτό που εξακολουθεί να παραμένει μυστήριο και μέσα στο απόλυτο φως. Είναι τότε που προσλαμβάνει την αίγλη εκείνη που ελκύει και που την ονομάζουμε Ομορφιά. Την Ομορφιά που είναι μια οδός - η μόνη ίσως οδός προς το άγνωστο μέρος του εαυτού μας, προς αυτό που μας υπερβαίνει. Επειδή αυτό είναι στο βάθος η ποίηση: η τέχνη να οδηγείσαι και να φτάνεις προς αυτό που σε υπερβαίνει.

Από τα μυριάδες μυστικά σήματα, που μ' αυτά είναι διάσπαρτος ο κόσμος και που αποτελούν άλλες τόσες συλλαβές μιας άγνωστης γλώσσας, να συνθέσεις λέξεις και από τις λέξεις φράσεις που η αποκρυπτογράφησή τους να σε φέρνει πιο κοντά στην βαθύτερη αλήθεια.

Πού λοιπόν βρίσκεται σε έσχατη ανάλυση η αλήθεια; Στην φθορά και στον θάνατο που διαπιστώνουμε κάθε μέρα γύρω μας ή στη ροπή που μας ωθεί να πιστεύουμε ότι αυτός ο κόσμος είναι ακατάλυτος και αιώνιος; Είναι φρόνιμο να αποφεύγουμε τις μεγαλεπήβολες εκφράσεις, το ξέρω. Οι κατά καιρούς κοσμολογικές θεωρίες τις χρησιμοποίησαv, ήρθαν σε σύγκρουση, ακμάσανε, πέρασαν. Η ουσία όμως έμεινε, μένει. Και η Ποίηση, που εγείρεται στο σημείο όπου ο ορθολογισμός καταθέτει τα όπλα του για να τ' αναλάβει εκείνη και να

προχωρήσει μέσα στην απαγορευμένη ζώνη, ελέγχεται να είναι ίσια-ίσια εκείνη που προσβάλλεται λιγότερο από τη φθορά. Διασώζει σε καθαρή μορφή τα μόνιμα, τα βιώσιμα στοιχεία που καταντούν δυσδιάκριτα μέσα στο σκότος της συνείδησης όπως τα φύκια μέσα στους βυθούς των Θαλασσών. Να γιατί μας χρειάζεται η διαφάνεια. Για να διακρίνουμε τους κόμπους στο νήμα που μες από τους αιώνες τεντώνεται και μας βοηθεί να σταθούμε όρθιοι πάνω σ' αυτή τη γη.


Από τον Ηράκλειτο έως τον Πλάτωνα και από τον Πλάτωνα έως τον lησού διακρίνουμε αυτό το "δέσιμο" που φτάνει κάτω από διάφορες μορφές ως τις ημέρες μας και που μας λέει περίπου το ίδιο: ότι εντός του κόσμου τούτου εμπεριέχεται και με τα στοιχεία του κόσμου τούτου ανασυντίθεται ο άλλος κόσμος, ο "πέραν", η δεύτερη πραγματικότητα, η υπερτοποθετημένη επάνω σ' αυτήν όπου παρά φύσιν ζούμε. Είναι μια πραγματικότητα που τη δικαιούμαστε και που από δική μας ανικανότητα δεν αξιωνόμαστε.

Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι σε εποχές υγιείς το Κάλλος ταυτίσθηκε με το Αγαθόν και το Αγαθόν με τον Ήλιο. Κατά το μέτρο που η συνείδηση καθάρεται και πληρούται με φως, τα μελανά σημεία υποχωρούν και σβήνουν αφήνοντας κενά που - όπως ακριβώς στους φυσικούς νόμους - τα αντίθετά τους έρχονται να πληρώσουν τη Θέση τους. Κι αυτό, με τέτοιον τρόπο που τελικά το δημιουργημένο αποτέλεσμα να στηρίζεται και στις δύο πλευρές, Θέλω να πω στο "εδώ" και στο "επέκεινα". Ο Ηράκλειτος δεν είχε ήδη μιλήσει για μιαν "εκ των διαφερόντων καλλίστην αρμονίην";

Εάν είναι ο Απόλλων ή η Αφροδίτη, ο Χριστός ή η Παναγία, που ενσαρκώνουν και προσωποποιούν την ανάγκη να δούμε υλοποιημένο εκείνο που σε ορισμένες στιγμές διαισθανόμαστε, δεν έχει σημασία. Σημασία έχει η αναπνοή της αθανασίας που μας επιτρέπουν. Η Ποίηση οφείλει, κατά την ταπεινή μου γνώμη, πέραν από συγκεκριμένα δόγματα, να επιτρέπει αυτή την αναπνοή .

Πώς να μην αναφερθώ εδώ στον Φρειδερίκο Χαίλντερλιν, τον μεγάλο ποιητή που με το ίδιο πνεύμα εστράφηκε προς τους Θεούς του Ολύμπου και προς τον Ιησού; Η σταθερότητα που έδωσε σ' ένα είδος οράματος είναι ανεκτίμητη. Και η έκταση που μας αποκάλυψε μεγάλη. Θα έλεγα τρομακτική. Αυτή άλλωστε είναι που τον έκανε, όταν μόλις ακόμη άρχιζε το κακό που σήμερα μας πλήττει, ν' ανακράξει: Wozu Dichter in durftiger Zeit!

Oι καιροί, φευ, εστάθηκαν ανέκαθεν για τον άνθρωπο durftiger. Αλλά και η ποίηση ανέκαθεν λειτουργούσε. Δύο φαινόμενα προορισμένα να συνοδεύουν την επίγεια μοίρα μας και που το ένα τους αντισταθμίζει το άλλο. Πώς αλλιώς. Αφού και η νύχτα και τ' άστρα μας γίνονται αντιληπτά χάρη στον ήλιο. Με τη διαφορά ότι ο ήλιος, κατά τη ρήση του αρχαίου σοφού, εάν υπερβεί τα μέτρα καταντά "ύβρις". Χρειάζεται να βρισκόμαστε στη σωστή απόσταση από τον ηθικόv ήλιο, όπως ο πλανήτης μας από τον φυσικόν ήλιο, για να γίνεται η ζωή επιτρεπτή. Mας έφταιγε άλλοτε η αμάθεια. Σήμερα μας φταίει η μεγάλη γνώση. Δεν έρχομαι μ' αυτά που λέω να προστεθώ στην μακρά σειρά των επικριτών του τεχνικού μας πολιτισμού. Μια σοφία παλαιή όσο και η χώρα που μ' εξέθρεψε, μ' εδίδαξε να δέχομαι την εξέλιξη, να χωνεύω την πρόοδο μαζί με όλα της τα παρεπόμενα, όσο δυσάρεστα και αν μπορεί να είναι αυτά.

Τότε όμως η Ποίηση; Τι αντιπροσωπεύει μέσα σε μια τέτοια κοινωνία; Απαντώ: τον μόνο χώρο όπου η δύναμη του αριθμού δεν έχει πέραση. Και ακριβώς, η εφετεινή απόφασή σας να τιμήσετε στο πρόσωπό μου την ποίηση μιας μικρής χώρας δείχνει σε πόσο αρμονική ανταπόκριση βρίσκεστε με την χαριστική αντίληψη της τέχνης, την αντίληψη ότι η τέχνη είναι η μόνη εναπομένουσα πολέμιος της ισχύος που κατήντησε να έχει στους καιρούς μας η ποσοτική αποτίμηση των αξιών.

Είναι, το ξέρω, άτοπο ν' αναφέρεται κανείς σε προσωπικές περιπτώσεις. Και ακόμη πιο άτοπο να επαινεί το σπίτι του. Είναι όμως κάποτε απαραίτητο, στον βαθμό που αυτά βοηθούν να δούμε πιο καθαρά μιαν ορισμένη κατάσταση πραγμάτων. Και είναι σήμερα η περίπτωση. Μου εδόθηκε, αγαπητοί φίλοι, να γράφω σε μια γλώσσα που μιλιέται μόνον από μερικά εκατομμύρια ανθρώπων. Παρ' όλ' αυτά, μια γλώσσα που μιλιέται επί δυόμισι χιλιάδες χρόνια χωρίς διακοπή και μ' ελάχιστες διαφορές. Η παράλογη αυτή, φαινομενικά, διάσταση, αντιστοιχεί και στη υλικο-πνευματική οντότητα της χώρας μου. Που είναι μικρή σε έκταση χώρου και απέραντη σε έκταση χρόνου. Και το αναφέρω όχι διόλου για να υπερηφανευθώ αλλά για να δείξω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας ποιητής όταν χρησιμοποιεί για τα πιο αγαπημένα πράγματα τις ίδιες λέξεις που χρησιμοποιούσαν μια Σαπφώ ή ένας Πίνδαρος π.χ. - χωρίς ωστόσο να έχει το αντίκρισμα που είχαν εκείνοι επάνω στην έκταση της πολιτισμένης τότε ανθρωπότητας. Εάν η γλώσσα αποτελούσε απλώς ένα μέσον επικοινωνίας, πρόβλημα δεν θα υπήρχε. Συμβαίνει όμως ν' αποτελεί και εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών. Προσκτάται η γλώσσα στο μάκρος των αιώνων ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις. Χωρίς να λησμονεί κανείς ότι στο μάκρος εικοσιπέντε αιώνων δεν υπήρξε ούτε ένας, επαναλαμβάνω ούτε ένας, που να μην γράφτηκε ποίηση στην ελληνική γλώσσα. Nα τι είναι το μεγάλο βάρος παράδοσης που το όργανο αυτό σηκώνει. Το παρουσιάζει ανάγλυφα η νέα ελληνική ποίηση.
Η σφαίρα που σχηματίζει η νέα ελληνική ποίηση έχει, θα μπορούσε να πει κανείς, όπως κάθε σφαίρα δύο πόλους: τον βόρειο και τον νότιο. Στον ένα τοποθετείται ο Διονύσιος Σολωμός που από την άποψη της εκφραστικής επέτυχε - προτού υπάρξει ο Mallarmé στα ευρωπαϊκά γράμματα - να χαράξει με άκρα συνέπεια και αυστηρότητα την αντίληψη της καθαρής ποίησης με όλα της τα παρεπόμενα: να υποτάξει το αίσθημα στη διάνοια, να εξευγενίσει την έκφραση και να δραστηριοποιήσει όλες τις δυνατότητες του γλωσσικού οργάνου προς την κατεύθυνση του Θαύματος. Στον άλλο πόλο, τοποθετείται ο K. Π. Καβάφης, αυτός που παράλληλα με τον T. S. Eliot έφτασε στην άκρα λιτότητα, στη μεγαλύτερη δυνατή εκφραστική ακρίβεια, εξουδετερώνοντας τον πληθωρισμό στην διατύπωση των προσωπικών του βιωμάτων.


Ανάμεσα στους δύο αυτούς πόλους κινήθηκαν οι μεγάλοι μας άλλοι ποιητές, ο Ανδρέας Κάλβος, ο Κωστής Παλαμάς, ο Άγγελος Σικελιανός, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Γιώργος Σεφέρης, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο προς το ένα ή το άλλο από τα δύο άκρα. Αυτή είναι μια πρόχειρη και όσο γίνεται πιο σχηματική χαρτογράφηση του νεοελληνικού ποιητικού λόγου. Το πρόβλημα για μας που ακολουθήσαμε, ήτανε να επωμιστούμε τα υψηλά διδάγματα που μας κληροδότησαν και, ο καθένας με τον τρόπο του, να τ' αρμόσουμε πάνω στη σύγχρονη ευαισθησία. Πέραν από τα όρια της τεχνικής, οφείλαμε να φτάσουμε σε μια σύνθεση που από το ένα μέρος ν' αναχωνεύει τα στοιχεία της ελληνικής παράδοσης και από το άλλο να εκφράζει τα κοινωνικά και ψυχολογικά αιτήματα της εποχής μας. Με άλλα λόγια, να φτάσουμε να προβάλλουμε τον τύπο του "Ευρωπαίου - Έλληνα". Δεν μιλώ για επιτυχίες, μιλώ για προσπάθειες. Οι κατευθύνσεις είναι που έχουν σημασία για τον μελετητή της Λογοτεχνίας.

Πώς όμως ν' αναπτυχθούν οι κατευθύνσεις αυτές ελεύθερα όταν οι συνθήκες της ζωής είναι στις ημέρες μας εξοντωτικές για τον δημιουργό; Και πώς να διαμορφωθεί η πνευματική κοινότητα, όταν οι φραγμοί των γλωσσών ορθώνονται αξεπέραστοι; Σας γνωρίζουμε και μας γνωρίζετε από το 20 ή έστω το 30 % που απομένει ύστερα από την μεταγλώττιση. Ειδικά εμείς όλοι, όσοι κρατάμε από μια συγκεκριμένη παράδοση και μένουμε βουβοί, αμετάδοτοι πάσχουμε από την έλλειψη μιας κοινής γλώσσας. Και ο αντίκτυπος απ' αυτή την έλλειψη - αν ανεβούμε την κλίμακα - σημειώνεται ακόμη και στην πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα της κοινής μας πατρίδας, της Ευρώπης.

Λέμε και το διαπιστώνουμε κάθε μέρα, ότι ζούμε σ' ένα χάος ηθικό. Κι αυτό, τη στιγμή που ποτέ άλλοτε η κατανομή των στοιχείων της υλικής μας ύπαρξης δεν έγινε με τόσο σύστημα, τόση στρατιωτική θα έλεγα τάξη, τόσον αδυσώπητο έλεγχο. Η αντίφαση είναι διδακτική. Όταν σε δύο σκέλη το ένα υπερτροφεί, το άλλο ατροφεί. Μια αξιέπαινη ροπή να συνενωθούν σε ενιαία μονάδα οι λαοί της Ευρώπης, προσκόπτει σήμερα στην αδυναμία να συμπέσουν τα ατροφικά και τα υπερτροφικά σκέλη του πολιτισμού μας. Οι αξίες μας ούτε αυτές δεν αποτελούν μια γλώσσα κοινή.

Για τον ποιητή - μπορεί να φαίνεται παράξενο αλλά είναι αληθές - η μόνη κοινή γλώσσα που αισθάνεται να του απομένει είναι οι αισθήσεις. Εδώ και χιλιάδες χρόνια, ο τρόπος που αγγίζονται δύο σώματα δεν άλλαξε. Μήτε οδήγησε σε καμία σύγκρουση όπως οι εικοσάδες των ιδεολογιών που αιματοκύλισαν τις κοινωνίες μας και μας άφησαν με αδειανά χέρια. Όμως όταν μιλώ για αισθήσεις δεν εννοώ το προσιτό, πρώτο ή δεύτερο, επίπεδό τους. Εννοώ το απώτατο. Εννοώ τις "αναλογίες των αισθήσεων" στο πνεύμα. Όλες οι τέχνες μιλούν με ανάλογα. Μια οσμή μπορεί να είναι ο βούρκος ή η αγνότητα. Η ευθεία γραμμή ή η καμπύλη, ο οξύς ή ο βαθύς ήχος, αποτελούν μεταφράσεις κάποιας οπτικής ή ακουστικής επαφής. Όλοι μας γράφουμε καλά ή κακά ποιήματα κατά το μέτρο που ζούμε και διανοούμαστε με την καλή ή την κακή σημασία του όρου. Μια εικόνα πελάγους από τον Όμηρο φτάνει άθικτη ως τις ημέρες μας. Ο Rimbaud την αναφέρει σαν mer melee au soleil και την ταυτίζει με την αιωνιότητα. Ένα κορίτσι που κρατάει έναν κλώνο μυρτιάς από τον Αρχίλοχο επιβιώνει σ' έναν πίνακα του Matisse και μας καθιστά πιο απτή την αίσθηση, τη μεσογειακή, της καθαρότητας.

Εδώ αξίζει να σκεφτεί κανείς ότι ακόμη και μια παρθένος της βυζαντινής εικονογραφίας, δεν διαφέρει πολύ. Παρά ένα κάτι ελάχιστο, συχνά, το εγκόσμιο φως γίνεται υπερκόσμιο και τανάπαλιν. Μια αίσθηση που μας δόθηκε από τους Αρχαίους και μια άλλη από τους Μεσαιωνικούς έρχονται να γεννήσουν μια τρίτη που τους μοιάζει όπως το παιδί στους γεννήτορές του.
Μπορεί η ποίηση ν' ακολουθήσει έναν τέτοιο δρόμο; Οι αισθήσεις μες απ' τον αδιάκοπο καθαρμό τους να φτάσουν στην αγιότητα; Τότε η αναλογία τους θα επαναστραφεί επάνω στον υλικό κόσμο και θα τον επηρεάσει.
Δεν αρκεί να ονειροπολούμε με τους στίχους. Είναι λίγο. Δεν αρκεί να πολιτικολογούμε. Είναι πολύ. Κατά βάθος ο υλικός κόσμος είναι απλώς ένας σωρός από υλικά. Θα εξαρτηθεί από το αν είμαστε καλοί ή κακοί αρχιτέκτονες το τελικό αποτέλεσμα. Ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε. Εάν η ποίηση παρέχει μια διαβεβαίωση και δη στους καιρούς τους durftiger είναι ακριβώς αυτή: ότι η μοίρα μας παρ' όλ' αυτά βρίσκεται στα χέρια μας.

Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

ΛΟΓΑΡΙΑΣΑΤΕ ΛΑΘΟΣ (ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΤΑΛΑΡΑΣ)

ΤΟ ΤΡΕΝΟ

 Το 2000 επιβιβάστηκα μαζί με 100 άλλους λογοτέχνες σ' ένα τρένο από τη Λισαβόνα και διασχίσαμε την Ευρώπη μέχρι την Βαλτική και πίσω σε 48 μέρες. Το κάτωθι κείμενο είναι γέννημα εκείνου του ταξιδιού.
------------------------------------------------------------------------------------------------------
Πίστευα πάντα ότι τα τρένα είχαν την δική τους μαγεία. Τα τρένα και οι σταθμοί των τρένων. Ισως επηρεασμένος από την εξάχρονη θητεία μου στην Σοβιετική Ενωση όπου όλα όσα συνέθεταν την σιδηροδρομική πραγματικότητα της χώρας, ανέδιναν μια εικόνα αποσύνθεσης. Καθρέφτιζαν το είδωλο μιας χώρας που μετασχηματιζόταν, έφευγε. Και τα τρένα πάντα φεύγουν….

Αυτή η αίσθηση της αποσύνθεσης είναι ιδιαίτερα ωφέλιμη για τους ποιητές.

Τους ανοίγει την πόρτα της αναζήτησης. Αποτελεί ερέθισμα και βασική πρώτη ύλη. Μια γεννοβόλος αποσυνθετική δύναμη είναι και η ποίηση στο κάτω-κάτω.

Πότε μου όμως δεν περίμενα ότι θα μου λάχει να ταξιδέψω σε 11 χώρες και καμιά εικοσαριά πόλεις μέσα σε 45 μέρες, μέ εφτά διαφορετικά τρένα, που στην ουσία τους ήταν όλα τους ένα τρένο. Και βεβαίως, ποτέ δεν φαντάστηκα ότι μαζί μου σε αυτό το ταξίδι θα ήταν κάπου 100 λογοτέχνες από 43 χώρες.

Τώρα που γράφω σκέφτομαι « να επιτέλους κάτι για το οποίο μπορείς να μιλήσεις». Στην εποχή μας η σιωπή δεν αξίζει πολλά πράγματα. Η σιωπή δεν πουλά. Ο ήχος και στη συνέχεια η εικόνα, την έχουν κονιορτοποιήσει.

Ολα όμως εξακολουθούν να είναι σιωπή γιατί όταν τα πάντα εκλείψουν, αυτή θα παραμείνει βασιλεύουσα. Από τη σιωπή του εμβρύου ερχόμαστε και στην σιωπή του τάφου καταλήγουμε. Στο μεσοδιάστημα της ζωής είναι που θορυβούμε, δικαίως ή αδίκως. Οταν λοιπόν έχουμε κάτι να πούμε, είναι καλό να το λέμε. Τότε η αναίρεση της σιωπής δικαιώνεται.

Πώς βρεθήκαμε στο τρένο τόσοι ξένοι μεταξύ μας; θα διερωτάστε. Το οφείλουμε στον κύριο George Nagelmackers- ένα Βέλγο τραπεζίτη που το 1884 περιέγραψε σε μια συνάντηση της Compagnie Internationale des Vagons-Lits-που ίδρυσε ο ίδιος- το εξής δικό του όραμα. Την εγκαθίδρυση μιας σιδηροδρομικής γραμμής που θα ξεκινά από την Αγία Πετρούπολη και μέσω Βερολίνου, Παρισίων και Μαδρίτης, θα καταλήγει στη Λισσαβώνα, όπου θα συνδέεται με τα υπερωκεάνια για τη Νότιο Αμερική. Το τρένο αυτό-σύμφωνα με τον φαντασιόπληκτο τραπεζίτη- θα αποκαλείτο Εξπρές Βορρά-Νότου και θα συντόμευε την διαδρομή από το Παρίσι στην Αγία Πετρούπολη κατά 20 ώρες.

Επρεπε να περάσουν 116 χρόνια για να υλοποιηθεί η τρελή ιδέα του Βέλγου τραπεζίτη, ο οποίος τουλάχιστον σε σχέση με τους περισσότερους ομοειδείς του-τότε ή τώρα-έκανε όνειρα και είχε οράματα.

Την ιδέα υλοποίησε ένας Γερμανός, ο Δρ Τόμας Βόλφγκαρτ, διευθυντής πολιτιστικού ινστιτούτου και τα πειραματόζωα, είμασταν εμείς.

Η διαδρομή που ακολουθήσαμε όμως, εκτός του ότι ήταν εμπλουτισμένη με χώρες και πόλεις που ο κ. Nagelmackers ενδεχομένως ποτέ δεν φαντάστηκε να συμπεριλάβει, εκτυλίχθηκε προς διαφορετική διεύθυνση, αντίστροφα. Ο Βορράς-Νότος έγινε Νότος-Βορράς. Εν πάση περπτώσει, δε νομίζω ο κ. Nagelmackers να έχει παράπονο επειδή του αλλάξαμε λίγο τα σχέδια. Στο κάτω-κάτω δεν επρόκειτο να μπαρκάρουμε σε κανενός είδους υπερωκεάνιο.

Ξεκινήσαμε από τη Λισσαβώνα και καταλήξαμε στο Βερολίνο-που φιλοδοξεί με αρκετή δόση ματαιοδοξίας να γίνει η πρωτεύουσα της Ευρώπης του μέλλοντος- αφού διήλθαμε τις Βαλτικές χώρες, τη Ρωσία και τη Λευκορωσία.



Λισσαβώνα



Πρώτος σταθμός ή μάλλον σημείο συγκέντρωσης η Λισσαβώνα. Μια πόλη σταυροδρόμι τριών ηπείρων-δυό κοντινών της Ευρώπης και της Αφρικής και μιας μακρινής-της Νότιας Αμερικής. Αυτή η απόσταση των 8 περίπου ωρών με το αεροπλάνο και των κάποιων ημερών με το πλοίο, που γεμίζει από το κρύο νερό του Ατλαντικού, μοιάζει να έχει καθορίσει την ψυχοσύνθεση των Πορτογάλων, δημιουργώντας μια μόνιμα μελαγχολική διάθεση που έχει τις ρίζες σε κάτι που δεν μπορεί να φτάσε και σε κάτι που είναι καταδικασμένη αιώνια να ατενίζει.

Η Λισσαβώνα-η πόλη του Μαγγελάνου, έμφορτη με πολέμους, κατακτήσεις, πολιτισμικές συνουσίες και ανθρώπινους έρωτες, μιας ιστορίας που μεταφέρει ένα βαρύ φορτίο στο ευρωπαϊκό της σήμερα διαμορφώνοντάς το με τρόπο μοναδικό. Η Λισσαβώνα με το μπαρόκ στην αρχιτεκτονική των εκκλησιών, τα καπηλειά που ολοένα και πληθαίνουν όπως πορεύεσαι για το λιμάνι, τις ευωδίες της ψημένης σαρδέλας, το καλό και σχετικά φθηνό κρασί. Η Λισσαβώνα με τη γέφυρα Βάσκο Ντε Κάμα μήκους 16 χιλιομέτρων(!) και άλλες τόσες μικρότερες, με το τεράστιο άγαλμα του Χριστού πάνω στο λόφο να κυριαρχεί θαρρείς σε όλους τους ορίζοντες!

Ο Ατλαντικός. Αυτός ευθύνεται για τις όχι και τόσο ομαλές προσγειώσεις των αεροπλάνων στο αεροδρόμιο της Λισσαβώνας. Ενα δυνατό ρεύμα αέρος εξέρχεται συνεχώς από το τεράστιο στόμα του, λες και θέλει να σε συμπαρασύρει στο βυθό του.Πολύ αργότερα η Πορτογαλέζα ποιήτρια Αννα Λουίζα Αμαράλ θα μου πεί ότι σε ορισμένες παράκτιες περιοχές της χώρας της, ειδικά στο Βορρά, το νερό του ωκεανού είναι τόσο κρύο που ακόμα και το καλοκαίρι δεν προσφέρεται για μπάνια.

Εκατό λοιπόν λογοτέχνες σ’ ένα ξενοδοχείο στη Λισσαβώνα. Πόσο τραγικό για τους υπαλλήλους του ξενοδοχείου! Φθάσαμε στις 3 Αυγούστου και καταλύσαμε σ’ αξιοπρεπέστατο ξενοδοχείο της Πορτογαλικής πρωτεύουσας.

Το επόμενο βράδυ μας μάζεψαν σε μια αίθουσα για την επίσημη υποδοχή.

Εκεί ήταν και ο βραβευμένος με Νόμπελ λογοτεχνίας Πορτογάλος συγγραφέας Ζοζέ Σαραμάγκου. “Καθένας σας είστε μια χώρα. Θα μεταφέρετε μαζί σας σε αυτό το ταξίδι τον πολιτισμό από τον οποίο προέρχεστε. Αυτός εξάλλου είναι ο πλούτος της Ευρώπη” μας είπε.

Από την Λισσαβώνα πήρα την φιλοξενία των ανθρώπων της (τουλάχιστον αυτών που μας υποδέχτηκαν), την πολυπολιτισμικότητα-το αραβικό, το λατινικό και ευρωπαϊκό στοιχείο σμίγουν αρμονικά μεταξύ τους- και τις έντονες κοινωνικές αντιθέσεις. Η Λισσαβώνα είναι μια σύγχρονη πόλη μόνο στην περίμετρο του κέντρου της. Στις παρυφές η φτώχεια ιδιαίτερα μεταξύ των μεταναστών αποτελεί σημείο κατατεθέν. Δεν είναι τυχαίο που η Πορτογαλία συγκαταλέγεται μεταξύ των φτωχώτερων ευρωπαϊκών χωρών.

Το επόμενο βράδυ στο καφέ –Internet πάνω σ΄ ένα ύψωμα απ’ όπου μπορούσες να ατενίσεις μεγάλο μέρος της φωτισμένης πόλης, είχαμε την τύχη να ακούσουμε μουσική “φάντο”- παραδοσιακή μουσική της Πορτογαλίας- θλιμμένη, ερωτική που απαιτεί ψηλές ερμηνευτικές ικανότητες από τον καλλιτέχνη. Τη μέρα περιδιάβαση σε ιστορικούς χώρους, μουσεία και λογοτεχνικές λέσχες με ιστορία εκατοντάδων ετών. Εκεί τον παλιό καιρό σύχναζαν γνωστοί Πορτογάλλοι λογοτέχνες, ήταν τα στέκια τους. Μερικές από τις λέσχες ήταν “κλειστές” με την έννοια ότι η είσοδος επιτρεπόταν μόνο στα μέλη και απαγορευόταν στις γυναίκες. Κι΄εκεί που επιτρεπόταν, οι πικάντικες ιστορίες έδιναν και έπαιρναν.

Ολα τα καλά όμως κάποτε τελειώνουν ή αρχίζουν. Ετσι ήρθε η μέρα της αναχώρησης. Στις 7 Ιουνίου συγκεντρωθήκαμε στο σταθμό του τρένου. Είχε απόβροχο. Η Μαδρίτη μας περίμενε.









Μαδρίτη



Το ταξίδι προς την ισπανική πρωτεύουσα σ’ ένα αργό τρένο κράτησε οκτώ ώρες. Το τοπίο έμοιαζε μάλλον με την πεδιάδα της Μεσαορίας-ατέλειωτες πεδιάδες και ελαιόδεντρα. Πού και πού κάποιες βουνοκορφές ξεπρόβαλλαν από το βάθος του ορίζοντα για να σπάσουν την μονοτονία του κίτρινου με το γκρίζο τους.

Φθάσαμε στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της Μαδρίτης αργά το απόγευμα-ένα επιβλητικό κτίριο που έμοιαζε περισσότερο με εμπορικό κέντρο. Μας υποδέχτηκαν δημοσιογράφοι, τηλεοπτικά συνεργεία και οι Ισπανοί οργανωτές. Μετά από ένα τέτοιο ταξίδι, το μόνο που θέλεις είναι να ξεκουραστείς, αλλά που καιρός για τέτοια.

Η Μαδρίτη είναι ένα έξοχο μέρος για περιηγήσεις. Μια πόλη με ατέλειωτα πράσινα πάρκα, απαράμιλλη αρχιτεκτονική, φινέτσα και ιστορικότητα. Η ιστορικότητα συνυπάρχει με την ανάπτυξη. Στην ουσία η Μαδρίτη είναι μια μεγάλη σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη με καλπάζουσα τεχνολογική ανάπτυξη. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι αν δεν μιλάς ισπανικά είναι δύσκολο να συνεννοηθείς! Οι Ισπανοί επιμένουν στη γλώσσα τους όσο κι αν προσπαθήσεις να τους εξηγήσεις ότι δεν καταλαβαίνεις! Οσοι γνωρίζουν μια ξένη γλώσσα, αυτή είναι η γαλλική. Επισκεφθήκαμε το περίφημο μουσείο “Ελ Πράδο” όπου κανείς έχει την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά το μεγαλείο της τέχνης του Ελ Γκρέκο, του Μποτιτσέλλι, του Γκόγια του Ιερώνυμου Μπος, του Βελάσκεθ κλπ. Για να να τα δείς όλα πρέπει να ξοδέψεις μέρες. Οι φανατικοί του είδους το κάνουν και το απολαμβάνουν. Εμείς είχαμε μόνο δυό μέρες στην δάθεσή μας, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων αφιερώθηκε σε λογοτεχνικές εκδηλώσεις-συζήτησεις για την Ιβηρική και Ευρωπαϊκή λογοτεχνία, απαγγελίες ποιημάτων. Στο μεταξύ αρχίσαμε να γνωριζόμαστε μεταξύ μας, να κάνουμε τις επιλογές του στύλ “αυτός είναι καλός για παρέα” ή “αυτός είναι αρκετά απόκοσμος ή εκκεντρικός ώστε να μην έχω όρεξη να κάνω παρέα μαζί του”. Την τελευταία μέρα της παραμονής μας στην Ιβηρική πρωτεύουσα διοργανώθηκε επίσκεψη στο μνημείο του Πούσκιν το οποίο βρίσκεται σ’ ένα πάρκο στο κέντρο της Μαδρίτης. Το βράδυ αναχώρηση για το Μπορντώ, με μια ενδιάμεση στάση μερικών λεπτών στο Σαν Σεμπάστιαν-τη πόλη των Βάσκων- για να αλλάξουμε τρένο. Σύμφωνα με το αρχικό πρόγραμμα η πόλη αυτή θα μας φιλοξενούσε για κάποιες μέρες, όμως την τελευταία στιγμή ακύρωσε τη συμμετοχή της. Κυκλοφόρησαν φήμες που ποτέ δεν επιβεβαιώθηκαν ότι η απόφαση σχετιζόταν με την τεταμένη κατάσταση που όλοι γνωρίζουμε. Ο σταθμός έμοιαζε ερειπωμένος χαράματα που φθάσαμε εξαντλημένοι από την διανυκτέρευση στις στενές και άβολες καμπίνες ενός τρένου που τρέκλιζε όλη τη νύχτα πάνω στις γραμμές σαν μεθυσμένο.

Ο ουρανός κυοφορούσε θύελλα, ενώ από απέναντι κυριαρχούσε ένα τεράστιο μολυβί βουνό που λες και συνηγορούσε υπέρ του αυτονομιστικού κινήματος της ΕΤΑ, προστατεύοντας την πόλη με τον όγκο του, γέρνοντας ελαφρώς προς αυτήν, σκεπάζοντάς την.

Μερικές εβδομάδες αργότερα κι’ ενώ βρισκόμασταν σ’ ένα εστιατόριο στην Αγία Πετρούπολη έκανα το λάθος να αποκαλέσω τον Βάσκο συγγραφέα που βρισκόταν μαζί μας, ονόματι Ετόρτα, Ισπανό. Είδα το βλέμμα του να σκοτεινιάζει. Σηκώθηκε αμέσως από την καρέκλα του και με απειλητικό ύφος μου ξεκαθάρισε ότι μόνο Ισπανός δεν είναι και πώς όταν δεν γνωρίζω πράγματα και καταστάσεις είναι καλύτερα να μην μιλώ. Κατάπια τη γλώσσα μου αναγκαστικά. Αυτή η σκηνή απεικονίζει νομίζω με τον πιο ανάγλυφο τρόπο όσα προανέφερα πιο πάνω για το Σαν Σεμπάστιαν, το υπαρκτό πρόβλημα συνοχής που αντιμετωπίζει η Ισπανία, που στις μέρες μας παίρνει όλο και πιο δραματικές διαστάσεις.

Επιβιβαστήκαμε στο γαλλικό τρένο-ένα σύγχρονο τεχνολογικό θαύμα που μπορεί να αναπτύξει ταχύτητα μέχρι 300χλμ- μετά τη σχεδόν τρομαχτική εμπειρία του Σαν Σεμπάστιαν και τραβήξαμε για το Μπορντώ μέσω Πυρηναίων. Το Μπορντώ είναι η πόλη του ακριβού οίνου αλλά όχι της κραιπάλης.

(Στο επόμενο: Μπορντώ-Παρίσι. Ουπς. Ξέχασα αυτό δεν γράφτηκε ποτέ).

Κριτικές

"Τα ποιήματα σας είναι ό,τι πιο ουσιαστικό και αληθινό έχω διαβάσει τον τελευταίο καιρό"

Ντίνος Χριστιανόπουλος



«.....Κάθε φορά που πάεις να πείς πάει σώθηκε η ποίηση θα βγεί κάποιος να σε διαψεύσει. Κάθε φορά που απελπίζεσαι θα βγεί η ποίηση να σου θυμίσει ότι δεν απελπίστηκες αρκετά. Οταν ένας ποιητής σου θυμίζει κάτι που δεν ήξερες τότε εποίησε. Οταν σε κάνει να σταματήσεις και να σκεφτείς τότε ανακεφαλαιώνει τον κόσμο. Οταν ένας ποιητής σου επιτρέπει τότε εκείνος παραμένει όμηρος και εσύ ελευθερώνεσαι. Αν δεν οσμιστείς ναρκοπέδιο τότε η ποίηση πήγε στην Δερύνεια για τουρισμό και θα γυρίσει πίσω σώα και αφελής....Αυτά ανέγνωσα από τον Γιώργο Χριστοδουλίδη και έτσι τα γράφω»


Δρα Νίκη Κατσαούνη, εφημερίδα «ΧΑΡΑΥΓΗ» 14 Οκτωβρίου 2001





«......Στο ονειροτριβείο του Γιώργου Χριστοδουλίδη το καθαυτό κείμενο παραδίδει ένα λόγο κάθε άλλο παρά πρωτόλειο.Καλά επεξεργασμένοι και στέρεοι στίχοι χωρίς περιττά στολίδια, εμφανίζονται έτοιμοι να «κοινωνιολογήσουν» να μιλήσουν δηλαδή για το «έξω»(που δεν το επισκέπτονται ιδιαιτέρως συχνά οι μούσες στα χρόνια μας) χωρίς να ολισθήσουν στον καταγγελτικό τόνο....Αλλά αυτό που ενδιαφέρει κυρίως είναι ο τρόπος κι ο τόνος της συλλογής:Ο τρόπος της πικραμένης ειρωνείας που αποδραματοποιεί τα πράγματα και η οποία σε κάποιους στίχους δεν αρνείται και τον χλευασμό στο ίδιο το ποίημα»



Παντελής Μπουκάλας, εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (ΑΘΗΝΑ) 2002





«...Από τις ποιητικές συλλογές που κυκλοφόρησαν στην Κύπρο κατά την τελευταία πενταετία και ανήκουν σε νέους, ξεχώρισαν τα βιβλία «ΕΝΙΑ» 1996 του Γιώργου Χριστοδουλίδη και «ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ» 1998 του Στέφανου Σταυρίδη»



Λευτέρης Παπαλεοντίου κριτικός ποίησης, καθηγητής νεοελληνικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρο



«Ο Χριστοδουλίδης αποτελεί μια ευχάριστη έκπληξη στη σύγχρονη ποιητική παραγωγή της Κύπρου... Χειρίζεται με επάρκεια μια μετρημένη στοχαστική γραφή...Συνήθως συστήνει ένα ποιητικό υποκείμενο που στοχάζεται νηφάλια πάνω στα πράγματα και αντιμετωπίζει με στωικότητα και απομυθοποιητική διάθεση πρόσωπα και καταστάσεις.Θεματοποιεί τον ατελέσφορο αγώνα του ανθρώπου που άλλοτε επιχειρεί να κατακτήσει τις κορυφές της ζωής και άλλοτε περιορίζεται στην αφάνεια ώσπου να αντικρίσει το επερχόμενο τέλος, τον θάνατο...»

Λευτέρης Παπαλεοντίου κριτικός ποίησης, καθηγητής νεοελληνικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρο, Λογοτεχνικό περιοδικό ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ



************************



«Η ποιητική συλλογή του Γιώργου Χριστοδουλίδη «Ονειροτριβείο» κινείται με άνεση στο χώρο της σύγχρονης ποίησης....Υπάρχει μια δραματική αίσθηση της φθοράς και του ανέλπιδου που διατυπώνονται μ’ ένα σύγχρονο ποιητικό ύφος κι ένα καλοζυγισμένο λόγο»



Σκεπτικό βράβευσης του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού του Γιώργου Χριστοδουλίδη για την ποιητική συλλογή «Ονειροτριβείο»





«....Προσωπικά είχα να διαβάσω εδώ και πολλά χρόνια τέτοια ώριμη, επιβλητική και προσωπική ποίηση.Ο Χριστοδουλίδης γράφει ποίηση για να την στερεώσει μέσα στον καθάριο λόγο αλλά και για να στερεώσει το ΕΙΝΑΙ του με τον λόγο. Και εδώ είναι πιστεύω ακριβώς η ειδοποιός διαφορά που χαρακτηρίζει την νέα γενιά των ποιητών της Κύπρου, δηλαδή της γενιάς του Γιώργου Χριστοδουλίδη με την αμέσως προηγούμενη γενιά ποιητών....»



Χρήστος Μαυρής, ποιητής, ΧΑΡΑΥΓΗ 14/10/2001





«....Μια τέτοια φανέρωση ουσιώδους και ρωμαλέου λόγου πέτυχε ο Γιώργος Χριστοδουλίδης με τη νέα του συλλογή «Εγχειρίδιο Καλλιεργητή».Μια ανασκαφική πλοήγηση στα χέρσα εδάφη της γλώσσας με την ανιδιοτελή προσφορά της πλήρους άνθησης»



Μιχάλης Παπαδόπουλος, ποιητής, κριτικός λογοτεχνίας εφημερίδα ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΜΑΡΤΙΟΣ 2005